Άνευ προηγουμένου καταστάσεις βιώνουν οι Έλληνες πολίτες, καθώς «γονατίζουν» λόγω της ακρίβειας σε ρεύμα, καύσιμα και τρόφιμα, με το «καλάθι του φτωχού» να αποδεικνύεται σε μια «φούσκα».
Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν υπάρχει προϊόν ή υπηρεσία που δεν έχει αυξήσει τις τιμές μέσα στους τελευταίους 15 μήνες, από την ώρα δηλαδή που έκανε την εμφάνισή του ο πληθωρισμός στη χώρα μας.
Όλα αυτά την ώρα που οι μισθοί και οι συντάξεις παραμένουν στον «πάγο», αφού οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό δεν επηρεάζουν όσους λαμβάνουν μισθό λίγο παραπάνω από τα ποσά που ορίζει επίσημα η νομοθεσία.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., το μέσο εισόδημα στην Ελλάδα ανέρχεται σε 17.089 ευρώ ετησίως.
Για έναν μισθωτό που διατηρεί τους 14 μισθούς (επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας) σημαίνει 1.272 ευρώ τον μήνα μεικτά ή 999 ευρώ καθαρά.
Οι απώλειες για ένα νοικοκυριό που διαθέτει το μέσο εισόδημα στη χώρα μας αγγίζει τα 80 έως 130 ευρώ επιπλέον κάθε μήνα.
Δηλαδή, ακόμα κι αν ανήκει στην ελάχιστη κατηγορία των… τυχερών που θα μπορούσαν να βάλουν στην άκρη 50 ευρώ τον μήνα, η ακρίβεια τους αναγκάζει να σφίξουν ακόμα περισσότερο το ζωνάρι του οικογενειακού προϋπολογισμού.
Αυτά, μάλιστα, την ώρα που τα στοιχεία για τον πληθωρισμό έχουν αρχίσει να αποκλιμακώνονται ως ποσοστό, αλλά οι τιμές συνεχίζουν να εκτοξεύονται σχεδόν καθημερινά.
Πρόκειται για μια κατάσταση που έχει βγει εκτός ελέγχου και η κυβέρνηση παρατηρεί παθητικά την εξέλιξή της, χωρίς να λαμβάνει κανένα απολύτως μέτρο προστασίας για τους καταναλωτές.
Ακόμα και το «καλάθι του φτωχού» -το οποίο δεν έχει κανένα δημοσιονομικό κόστος- επιχειρεί να συγκρατήσει τις αυξήσεις των τιμών στα προϊόντα που περιλαμβάνει και σε καμία περίπτωση στη μείωσή τους.
Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, η επίδραση της αύξησης των τιμών (κυρίως σε βασικά αγαθά, όπως είναι η ενέργεια και τα τρόφιμα) στα πολύ χαμηλά εισοδήματα των νοικοκυριών (κάτω των 750 ευρώ τον μήνα) εκτινάσσει την απώλεια αγοραστικής έως 40%, δηλαδή έχουν έξτρα απώλεια έως 300 ευρώ τον μήνα!
Στα νοικοκυριά με ένα μέσο εισόδημα της τάξης των 1.100 ευρώ τον μήνα η απώλεια είναι μεταξύ 9% και 14%, που μεταφράζεται στα 99-154 ευρώ επιπλέον κάθε μήνα. Στα υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια η απώλεια αγοραστικής δύναμης είναι χαμηλότερη του 11% και μειώνεται όσο αυξάνεται το επίπεδο του εισοδήματος.
Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί είναι η εικόνα σε ορισμένα βασικά είδη διατροφής, που δύσκολα λείπουν από το καλάθι μιας οικογένειας. Μόνο τους τελευταίους τέσσερις μήνες οι ανατιμήσεις είναι συνεχείς, χωρίς να διαφαίνεται πως μπορεί να μπει φρένο στις αυξήσεις.
Το παράδειγμα με το γάλα και το ψωμί
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., το ψωμί τον Ιούλιο είχε ανατιμηθεί σχεδόν 1,4% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Τον Αύγουστο πήρε επιπλέον αύξηση 1,2%, τον Σεπτέμβριο άλλο ένα 2% και τον Οκτώβριο ακόμα 2%. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στο γάλα.
Τον Ιούλιο πήρε αύξηση 3% σε σχέση με τον Ιούνιο, τον Αύγουστο ανατιμήθηκε κατά επιπλέον 2,5%, τον Σεπτέμβριο άλλο ένα 3,4% και τον Οκτώβριο ακρίβυνε κατά 3,4%.
Αξίζει να σημειωθεί πως είχαν προηγηθεί άλλοι 12 μήνες αυξήσεων στις τιμές, καθώς ο πληθωρισμός στη χώρα μας έκανε την εμφάνισή του πρώτη φορά τον Ιούλιο του 2021.
Στην πράξη τα ελληνικά νοικοκυριά καλούνται να αντιμετωπίσουν μία αύξηση πάνω στην αύξηση, χωρίς να ενισχύονται τα εισοδήματά τους.
Ένα 50ευρω δεν φτάνει για τα βασικά! Η αγοραστική δύναμη των πολιτών συρρικνώνεται
Με τους μισθούς και τις συντάξεις να κατρακυλάνε στην πράξη κάθε μήνα, λόγω της ακρίβειας, η αγοραστική δύναμη των πολιτών συρρικνώνεται συνεχώς. Αν, μάλιστα, υπολογίσει κανείς το κόστος των βασικών ειδών που θα πρέπει να διαθέτει ένα νοικοκυριό, θα αντιληφθεί πως ένα… 50άρικο δεν φτάνει να καλύψει ούτε τα άκρως απαραίτητα.
Με βάση τις τιμές από το «καλάθι του φτωχού», η λίστα θα περιλαμβάνει για παράδειγμα:
Ενα πακέτο ψωμί του τοστ (1,68 ευρώ), κατεψυγμένο ψωμί φραντζόλα 350 γραμμαρίων (0,77 ευρώ), δύο κουτιά γάλα (1,12 ευρώ), δύο πακέτα μακαρόνια Νο 6 (0,62 ευρώ), ρύζι (0,76 ευρώ), τυρί γκούντα φέτες Γερμανίας 350 γρ. (3,12 ευρώ), πάριζα (0,99 ευρώ), φέτα ΠΟΠ 400 γρ. (3,98 ευρώ), αβγά 12 τεμαχίων μεσαία (2,35 ευρώ), ελαιόλαδο 1 λίτρο (5,55 ευρώ), πακέτο γιαούρτι των τριών τεμαχίων (1,75 ευρώ), κοτόπουλο (3,75 ευρώ), χοιρινή μπριζόλα λαιμού Ολλανδίας (5,53 ευρώ), μπακαλιάρος κατεψυγμένος (5,90 ευρώ), φακές (1,15 ευρώ), αρακάς (1,86 ευρώ), ρόλο κουζίνας (2,65 ευρώ), χαρτί υγείας 10 ρολά (2,99 ευρώ), οδοντόκρεμα 75 ml (1,14 ευρώ).
Για τα συγκεκριμένα προϊόντα το κόστος ανέρχεται στα 49,4 ευρώ και, όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, δεν καλύπτουν τις ανάγκες μιας οικογένειας, αλλά ενός μόνο καταναλωτή.
Επίσης, εκτός του οικογενειακού καλαθιού θα πρέπει να μείνουν αναγκαστικά πολλά είδη, όπως λαχανικά και φρούτα, απορρυπαντικά, σαμπουάν, αλλά και ψάρια και κρέατα, πέραν του μπακαλιάρου, του κοτόπουλου και της χοιρινής μπριζόλας που περιλήφθηκαν στο παραπάνω παράδειγμα.
pronews
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
Tο xanianews.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές, και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε.